ἐμπαίζομαι

ἐμπαίζομαι
ἐμπαίζω
mock at
pres ind mp 1st sg
ἐμπαΐζομαι , ἐμπαίζω
mock at
pres ind mp 1st sg
ἐμπαίζω
mock at
pres ind mp 1st sg
ἐμπαΐζομαι , ἐμπαίζω
mock at
pres ind mp 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • εμπαίζομαι — εμπαίζομαι, εμπαίχθηκα και εμπαίχτηκα, εμπαιγμένος βλ. πίν. 24 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • εντρυφώ — (Μ ἐντρυφῶ, άω) βρίσκω ευχαρίστηση, απόλαυση, τέρψη σε κάποια απασχόληση αρχ. μσν. διασκεδάζω σε βάρος κάποιου αρχ. 1. απόλ. είμαι ή φαίνομαι τρυφηλός 2. φέρομαι περιφρονητικά ή αλαζονικά σε κάποιον, τόν εμπαίζω 3. παθ. ἐντρυφῶμαι γίνομαι στόχος… …   Dictionary of Greek

  • φλυαρώ — φλυαρῶ, έω, ΝΑ, και ιων. τ. φλυηρῶ Α λέω πολλά και περιττά, λέω φλυαρίες, είμαι φλύαρος, είμαι πολυλογάς νεοελλ. 1. συζητώ ασήμαντα πράγματα αρχ. 1. (μτβ.) ξεστομίζω πολλές ανοησίες εις βάρος ενός ατόμου 2. (κατ επέκτ.) ενεργώ με ανόητο τρόπο 3.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”